Οι έξι ώρες ύπνου κάθε βράδυ είναι ο ελάχιστος χρόνος που
απαιτείται για να βοηθήσετε την καρδιά σας να παραμείνει υγιής, σύμφωνα
με τα ευρήματα νέας μελέτης.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η χρόνια έλλειψη ύπνου αλλά και η κακή ποιότητα ύπνου αυξάνουν τις πιθανότητες συσσώρευσης λιπώδους πλάκας στις αρτηρίες, μια κατάσταση γνωστή ως αθηροσκλήρωση, η οποία αυξάνει τις πιθανότητες καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι αντιμετώπισης των καρδιοπαθειών,
συμπεριλαμβανομένων των «φαρμάκων, της σωματικής δραστηριότητας και της
διατροφής», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Jose Ordovas.

«Αυτή η μελέτη όμως, τονίζει ότι πρέπει να συμπεριλάβουμε τον ύπνο
στα όπλα που χρησιμοποιούμε για την καταπολέμηση των καρδιακών παθήσεων»
πρόσθεσε ο ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Καρδιαγγειακής Έρευνας στη
Μαδρίτη.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν υπέρηχους καρδιάς και σπειροειδείς
αξονικές τομογραφίες για να παρακολουθήσουν την υγεία των αρτηριών
περίπου 4.000 ενηλίκων Ισπανών. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη, μέσης
ηλικίας 46 ετών, δεν είχαν καρδιακή νόσο στην αρχή της μελέτης.

sleep darkness

Η μελέτη δεν απέδειξε σχέση αιτίας-αποτελέσματος, έδειξε όμως ότι όσοι
κοιμούνταν λιγότερες από έξι ώρες κάθε βράδυ, είχαν 27% περισσότερες
πιθανότητες να αναπτύξουν αθηροσκλήρωση σε όλο το σώμα, συγκριτικά με
όσους κοιμούνταν 7-8 ώρες
, ανέφεραν ο Ordovas και οι συνεργάτες του.

Ούτε ο υπερβολικός ύπνος όμως, ωφελεί την καρδιά. Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι γυναίκες που κοιμούνταν πάνω από οκτώ ώρες το βράδυ, είχαν αυξημένο κίνδυνο αθηροσκλήρωσης.

Οι συμμετέχοντες με «κακής ποιότητας» ύπνο -συχνές αφυπνίσεις
ή δυσκολία να κοιμηθούν- ήταν 34% πιθανότερο να αναπτύξουν
αθηροσκλήρωση συγκριτικά με όσους κοιμούνταν καλά.

«Είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι ο αντικειμενικά υπολογισμένος
ύπνος συνδέεται ανεξάρτητα με την αθηροσκλήρωση σε όλο το σώμα, όχι μόνο
στην καρδιά», ανέφερε ο Ordovas.

Οι άνθρωποι που είχαν σύντομο και κακής ποιότητας ύπνο, έτειναν επίσης να καταναλώνουν περισσότερη καφεΐνη και αλκοόλ, παρατήρησε.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην Επιθεώρηση του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας.

Πηγή: healthday.com

onmed.gr